Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

Σκέφτονται ήδη την αναστολή των φιλολαϊκών μέτρων

Αναστολή της εφαρμογής των φιλολαϊκών μέτρων, που υποσχέθηκε κατά την προεκλογική περίοδο, θα αναγκασθεί να αποφασίσει το ΠΑΣΟΚ, εφόσον κερδίσει τις εκλογές και αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Ο λόγος είναι ότι το δημοσιονομικό κόστος που θα προκαλέσει τυχόν άμεση υλοποίηση των υποσχέσεων αυτών υπερβαίνει τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών δεν θα μπορεί να καλύψει ένα τόσο μεγάλο ποσό χωρίς σημαντική αύξηση του δανεισμού και του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Ήδη, η κατάσταση των οικονομικών του κράτους είναι τραγική: το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα φθάσει φέτος το 6% του ΑΕΠ, σύμφωνα με επίσημη πρόβλεψη της τωρινής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομίας, ενώ σύμφωνα με πιο αντικειμενικές εκτιμήσεις είναι πολύ πιθανό να εκτοξευθεί ακόμη και στο 8% του ΑΕΠ φέτος!

Συνεπώς, οποιαδήποτε πρόσθετη επιβάρυνσή του ελλείμματος με νέα απώλεια φορολογικών εσόδων και με νέα σημαντική αύξηση των δημοσίων δαπανών θα δώσει στις αγορές ένα εξαιρετικά αρνητικό μήνυμα για την ελληνική οικονομία και θα οδηγήσει σε νέο γύρο εκτίναξης των επιτοκίων δανεισμού του Δημοσίου σε δυσθεώρητα ύψη.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Γ. Παπανδρέου έδωσε ένα πρώτο «δείγμα» των προθέσεών του για αναστολή της εφαρμογής βασικών φιλολαϊκών εξαγγελιών, επισημαίνοντας στο debate των έξι πολιτικών αρχηγών ότι «δεν θα αλλάξει η φορολογική κλίμακα» αλλά θα γίνει μόνο «ενιαία». Η επισήμανση αυτή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ απέχει σημαντικά από την προεκλογική εξαγγελία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης για εφαρμογή «ενιαίας, προοδευτικής και τιμαριθμοποιημένης φορολογικής κλίμακας».

Όπως όλα δείχνουν, λοιπόν, μια νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που είναι πολύ πιθανό να προκύψει από τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές θα υποχρεωθεί:

1) Nα αναστείλει τουλάχιστον για ένα έτος την εφαρμογή της εξαγγελίας για νέα «ενιαία, προοδευτική και τιμαριθμοποιημένη φορολογική κλίμακα» και στη συνέχεια να προχωρήσει στη σταδιακή και όχι στην άμεση εφαρμογή της. Το δημοσιονομικό κόστος της άμεσης εφαρμογής αυτής της εξαγγελίας εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 400 εκατ. ευρώ. Κι αυτό διότι, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη εξαγγελία:

> Το αφορολόγητο εισοδηματικό κλιμάκιο των 10.500 ευρώ που ισχύει σήμερα για τους φορολογούμενους που δεν έχουν εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες (εμπόρους, βιοτέχνες, επιτηδευματίες, ελεύθερους επαγγελματίες, γεωργούς και εισοδηματίες) θα πρέπει να εξισωθεί με το υψηλότερο αφορολόγητο των 12.000 ευρώ που ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, θα πρέπει δηλαδή να αυξηθεί κατά 1.500 ευρώ. Η αύξηση αυτή θα οδηγήσει σε μείωση της ετήσιας φορολογικής επιβάρυνσης κατά 375 ευρώ, για τους μη μισθωτούς φορολογουμένους με ετήσια εισοδήματα ανώτερα των 12.000 ευρώ. Η απώλεια εσόδων μόνο από αυτή την τροποποίηση εκτιμάται ότι φθάνει τα 150 εκατ. ευρώ.

> Τα φορολογικά κλιμάκια, τα οποία σήμερα είναι τέσσερα - από 0 έως 12.000 ευρώ, από 12.001 έως 30.000 ευρώ, από 30.001 έως 75.000 ευρώ και από 75.001 και πάνω – καθώς επίσης και οι φορολογικοί συντελεστές που είναι επίσης τέσσερις – 0%, 25%, 35% και 40% αντίστοιχα για καθένα από τα 4 κλιμάκια – θα πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα, ώστε η «προοδευτικότητα» της κλίμακας να αυξηθεί και οι έχοντες χαμηλά και μεσαία εισοδήματα να ελαφρυνθούν φορολογικά. Προς τούτο, θα πρέπει, σύμφωνα με τις απόψεις στελεχών του ίδιου του οικονομικού επιτελείου του ΠΑΣΟΚ, να παρεμβληθεί τουλάχιστον ένα ακόμη κλιμάκιο μεταξύ των 12.000 και των 30.000 ευρώ, στο οποίο να αντιστοιχεί συντελεστής φόρου σημαντικά χαμηλότερος από τον συντελεστή 25% που ισχύει σήμερα, ώστε τα εισοδήματα που βρίσκονται λίγο πάνω από το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ να μην επιβαρύνονται ξαφνικά με 25% φόρο, αλλά με πολύ χαμηλότερο και να προκύψει ουσιαστική φορολογική ελάφρυνση. Όμως το αποτέλεσμα της εφαρμογής μιας τέτοιας ρύθμισης, άμεσα από την 1η-1-2010, θα έχει ως συνέπεια να μειωθεί σημαντικά η παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών για έναν μεγάλο αριθμό μισθωτών και συνταξιούχων με την απώλεια εσόδων να φθάνει τα 300 εκατ. ευρώ τουλάχιστον.

Η «τιμαριθμοποίηση» της φορολογικής κλίμακας συνεπάγεται τη διεύρυνση των νέων φορολογικών κλιμακίων που θα προκύψουν κατά το ποσοστό ετήσιας αύξησης του πληθωρισμού, η οποία υπολογίζεται για το 2009 κοντά στο 1,5%. Η αύξηση του εύρους των κλιμακίων κατά 1,5% θα προσθέσει απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους τουλάχιστον 50 εκατ. ευρώ.

Το πιο πιθανό λοιπόν είναι να μην εφαρμοσθεί άμεσα, στο σύνολό της, αυτή η σημαντική – όντως φιλολαϊκή - φορολογική εξαγγελία, διότι το κόστος της είναι πολύ μεγάλο, για να το αντέξει ο προϋπολογισμός λιτότητας που θα αναγκασθεί εκ των πραγμάτων να καταρτίσει το ΠΑΣΟΚ για το 2010.

2) Να μην εφαρμόσει άμεσα την προεκλογική υπόσχεση για μείωση του συντελεστή φορολογίας των αδιανέμητων κερδών των επιχειρήσεων, εφόσον τα κέρδη επανεπενδύονται, λόγω του υψηλού δημοσιονομικού κόστους που επίσης συνεπάγεται η εφαρμογή της. Η απώλεια εσόδων υπολογίζεται ότι θα υπερβεί τα 200 εκατ. ευρώ.

3) Να επανεξετάσει την εξαγγελία για υπαγωγή των μερισμάτων στις γενικές διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, που προβλέπουν φορολόγηση με βάση την κλίμακα. Μια τέτοια εξαγγελία, εάν υλοποιηθεί, θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων για μεγάλο αριθμό φυσικών προσώπων που αποκτούν εισοδήματα προερχόμενα αποκλειστικά από μερίσματα. Κι αυτό διότι ενώ σήμερα τα μερίσματα φορολογούνται από το πρώτο ευρώ με συνολικό φορολογικό συντελεστή 32,5%, με την υπαγωγή τους στην κλίμακα θα ισχύει μέσος φορολογικός συντελεστής 25%-27% για ετήσια ποσά μερισμάτων μέχρι 75.000 ευρώ! Είναι λοιπόν πιθανό να μην εφαρμοσθεί αυτή η εξαγγελία, διότι το τελικό της αποτέλεσμα θα είναι η μείωση και όχι η αύξηση της φορολογίας των μερισμάτων.

4) Να αναβάλει για τουλάχιστον δύο έτη την έναρξη της εφαρμογής της εξαγγελίας για επέκταση του ΕΚΑΣ σε άλλους 300.000 χαμηλοσυνταξιούχους, επειδή η πρόσθετη δαπάνη που θα προκαλέσει μια τέτοια ρύθμιση υπολογίζεται ότι υπερβαίνει 800 εκατ. ευρώ ετησίως.

5) Να αναβάλει για το τέλος της τετραετίας την ολοκλήρωση της εφαρμογής της εξαγγελθείσας ρύθμισης για αύξηση της κατώτατης προνοιακής σύνταξης του ΟΓΑ από τα 330 στα 500 ευρώ το μήνα για κάθε άτομο και στα 950 ευρώ για τους έγγαμους χαμηλοσυνταξιούχους, δηλαδή στα 475 ευρώ το μήνα για τον κάθε σύζυγο. Το δημοσιονομικό κόστος αυτής της ρύθμισης υπερβαίνει το 1,7 δισ. ευρώ! Κι αυτό διότι οι δικαιούχοι της κατώτατης σύνταξης του ΟΓΑ ανέρχονται σήμερα σε 856.000. Σύμφωνα, λοιπόν, με την εξαγγελία του κ. Παπανδρέου για αυξήσεις της σύνταξης αυτής από 330 σε 475-550 ευρώ το μήνα, σε καθέναν από τους δικαιούχους αυτούς θα αντιστοιχεί αύξηση 145-220 ευρώ το μήνα. Σε ετήσια βάση, η αύξηση θα φθάσει τα 2.030-3.080 ευρώ για κάθε δικαιούχο και το συνολικό κόστος το 1,7-2,6 δισ. ευρώ. Συνεπώς, η αύξηση της κατώτατης σύνταξη του ΟΓΑ στα πολύ υψηλά αυτά επίπεδα θα επιδιωχθεί να γίνει σταδιακά μέσα στην επόμενη τετραετία. Τα δύο πρώτα έτη, οι αυξήσεις θα είναι πολύ μικρές και τα δύο επόμενα θα γίνει προσπάθεια να κλιμακωθούν ώστε να φθάσουν στα υπεσχημένα επίπεδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: